Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2011

Η πνευματική μας ευθύνη για το κατάντημα της πατρίδας μας του π. Βασίλειου Βολουδάκη

Ο λόγος για την τεράστια πνευματική ευθύνη του κλήρου της Ελλάδος αλλά και όλων των νεοελλήνων για το πνευματικό και ηθικό κατάντημα της πατρίδος μας και για τις αντίστοιχες δυσμενείς επιπτώσεις στον διεθνή Ορθόδοξο Χριστιανικό χώρο.
Είναι ολοφάνερο πια, ότι εδώ και 180 χρόνια συντελούμε όλοι μας στο να πληγή καίρια το πνευματικό πρόσωπο του Ελληνισμού, η συνείδησή του, που είναι η Ορθόδοξη πίστη και ζωή.
Φέτος, 180 χρόνια από την ανάληψη της διακυβερνήσεως της πατρίδας μας από τον μαρτυρικό Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, πανελληνίως εορτάζοντες και τιμώντες το γεγονός, έχουμε την ευκαιρία να συναισθανθούμε σαν Έθνος το τι είχαμε και το τι χάσαμε στο πέρασμα δύο περίπου αιώνων.
Είναι, όμως, δύσκολο το εγχείρημά μας αυτό, γιατί έχουμε σχεδόν εντελώς ξεχάσει το τι είχαμε, σε ποια πνευματική ατμόσφαιρα ζούσαμε, ποιών Πατέρων παιδιά είμαστε και ποια ανατροφή μας είχαν δώσει. Και πρέπει τώρα να τα μάθουμε όλα, πάλι απʼ την αρχή. Γιʼ αυτό, σήμερα περισσότερο παρά ποτέ είναι επίκαιρος και συγκλονιστικός ο ποιητικός λόγος: «Περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις»!
Τα πνευματικά μεγαλεία, η αρχοντιά και η λεβεντιά της Ορθόδοξης ψυχής του Έλληνα, έχουν προ πολλού προστεθεί στα υπό εξαφάνιση δώρα της Ζωής, και εμείς –κλήρος και λαός– έχουμε στρέψει την προσοχή και την φροντίδα μας μόνο στα άψυχα υπό εξαφάνιση είδη και στην προστασία μόνο του φυσικού και όχι του Πνευματικού περιβάλλοντος.
Θεωρούμε απολύτως φυσικό να αγωνισθούμε για το φυσικό περιβάλλον, γιατί έχουμε όλοι παραδεχθεί ότι αυτό το περιβάλλον είναι τέλειο και γιʼ αυτό αναντικατάστατο, αλλά διαφωνούμε ριζικά ως προς το ποιο είναι το τέλειο και, συνεπώς, αναντικατάστατο πνευματικό περιβάλλον, παρʼ ότι οι αυθαίρετες δοκιμές μας αυτά τα τελευταία 180 χρόνια, μας πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο.

Για να βοηθηθούμε στην αφύπνισή μας, πρέπει να επιστρατεύσουμε τη λογική σκέψη μας και να αναλογισθούμε το πως πορευθήκαμε 400 χρόνια, κάτω από την Τουρκική σκλαβιά και να συγκρίνουμε αυτήν μας την πορεία με τα 180 χρόνια ελεύθερης ζωής, και τότε, ασφαλώς, θα δικαιώσουμε τον Λουκά Νοταρά που είπε προφητικά, προ της Αλώσεως της Μεγάλης Πόλεώς μας: «Καλύτερα να ίδωμεν Τουρκικόν φακιόλιον εις την Πόλιν, παρά Τιάραν Λατινικήν»!
Κάτω από το «Τουρκικόν φακιόλιον», επί 400 χρόνια, παρά τις κακουχίες και τις στερήσεις, το Έθνος μας όχι μόνο δεν έχασε την ιδιοπροσωπία του, αλλά βαθειά χωμένο στην αγκαλιά της Εκκλησίας του βρήκε την θαλπωρή, την προστασία και την γαλακτοτροφία του, και έτσι, μπόρεσε να αντέξη, να ισορροπήση, να πολλαπλασιασθή και να αναδείξη απογόνους με έντονη την Ορθόδοξη προγονική σφραγίδα, άξιους συνεχιστές των «Αποστολικών Παραδόσεων», τέκνα υπακοής στο θέλημα του Θεού, τέκνα Ζωής και Ελευθερίας.
Κάτω από τον Τουρκικό ζυγό, το Έθνος μας, δεν έχασε ποτέ την αίσθηση ότι αυτό είναι ο κληρονόμος της μεγάλης και Αγίας Αυτοκρατορίας και ότι οι αιχμαλωτεύσαντες αυτό είναι ο βάρβαρος λαός, τον οποίο χρησιμοποίησε η δικαιοσύνη του Θεού για να το παιδαγωγήση, ώστε να καταστή και πάλι άξιο της ελευθερίας του. Με την ταπείνωση του παιδαγωγουμένου από γένος αντίθεο, το Έθνος μας, συντετριμμένο για τις αμαρτίες του αλλά και άρρηκτα εξαρτημένο από τον Θεό, μετενόησε, ωρίμασε ψυχικά και πνευματικά, και αποτίναξε τον ζυγό της δουλείας.
Οι πολιτικοί πειραματισμοί προ της Αλώσεως, ο πειρασμός των Αρχόντων να εμπιστεύονται τους Δυτικούς σαν αδελφούς, για την απόκρουση των βαρβάρων, και όχι τον Θεό των Πατέρων τους, αλλά και τα τραγικά αποτελέσματα, έκαναν το Έθνος μας να κοιτάξη βαθειά μέσα του και να βεβαιωθή ότι του συνέβη, ό,τι ακριβώς συνέβαινε με τους Ισραηλίτες, οσάκις αυτοί εγκατέλειπαν την Πηγή του «Ύδατος της Ζωής» και προτιμούσαν τα «συντετριμμένα πηγάδια». Οσάκις, εγκατέλειπαν τον Θεό και Πατέρα τους και στηρίζοντο στα άρματα και στους ίππους, δηλαδή, σε κάθε επίγεια δύναμη.
Μετά την απελευθέρωσή του το Έθνος μας είχε στην πλειοψηφία του συνειδητοποιήσει ότι τα παθήματα των 400 χρόνων του ξαναζωντάνεψαν την Αγία Γραφή και του επιβεβαίωσαν ότι είναι μεν «φοβερόν το εμπεσείν εις χείρας Θεού ζώντος», αλλά και ότι «Ζει Κύριος ο Θεός» και «πατάσσει πάντα τα βάρβαρα έθνη, τα τους πολέμους θέλοντα»!
Έτσι, ευθύς αμέσως επέλεξε Κυβερνήτη του τον Ιωάννη Καποδίστρια, άνθρωπο πλήρη πίστεως στον Θεό, αυτοθυσίας και αγάπης προς τους εν Χριστώ αδελφούς και ομοεθνείς του και ευεργέτη εχθρών και φίλων.
Το Έθνος μας είχε για άλλη μιά φορά πικρή εμπειρία από την λειτουργία των πνευματικών νόμων και γιʼ αυτό, ο νέος Κυβερνήτης, πριν προχωρήση στην εκτέλεση οποιουδήποτε έργου –παρʼ ότι ολόκληρη η Ελλάδα είχε μείνει μόνο στάχτες– προέταξε την εδραίωση της Ορθοδόξου Εκκλησίας και την πνευματική θωράκιση του λαού.
Ο Καποδίστριας είχε πολύ νωρίς αλλά και πολύ βαθειά κατανοήσει την ανάγκη να περιφρουρηθή πνευματικά ο λαός από κάθε επίδραση μη Ορθοδόξων Εθνών, ώστε προ της επαναστασεως του 1821, πολύ πρίν γίνη Κυβερνήτης, θέλησε να επαναφέρη τη χρήση της Ελληνικής γλώσσης στην επίσημη διεθνή αλληλογραφία μεταξύ ομοεθνών αξιωματούχων και κληρικών, κάτι που είχε καταργηθεί λόγω της ξενομανίας των τότε Ελλήνων λογίων, οι οποίοι θεωρούσαν αναξιοπρεπή γιʼ αυτούς την γλώσσα του σκλαβωμένου γένους τους.
Όμως η γλώσσα, και ιδιαιτέρως η Θεοδόχος Ελληνική γλώσσα, όχι μόνο εκφράζει αλλά και διατηρεί το ήθος του λαού και εμποδίζει τις βλαπτικές επιδράσεις, κυρίως στις πνευματικά ευπαθείς τάξεις των ανθρώπων. Γιʼ αυτό, ο Καποδίστριας, το έτος 1811, έγραφε από την Αγία Πετρούπολη στον Μητροπολίτη Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιο:
«Πανιερώτατε Δέσποτα! Ας παύση η ανταπόκρισίς μας εις την Γαλλικήν διάλεκτον. Καιρός μετανοίας ήλθεν. Αυτή δεν θέλει αληθεύσει, ούτε ωφελήσει εάν πατριωτικός τις νόμος δεν την επικυρώση. Ιδού Πανιερώτατε η δέησίς μου. Προστάξατε ως νομοθέτης “όστις γραικός προς γραικόν γράψει εις διάλεκτον αλλογενών, κηρύττεται αλλογενής...” »
Ο Καποδίστριας ήταν βαθύτατος γνώστης της ιστορίας του γένους μας και είχε επισημάνει την από αιώνων επιδίωξη της Δύσεως να αφαιρέση από την ψυχή του Ελληνικού λαού την Ορθόδοξη πίστη, που είναι και η πραγματική παρουσία του Θεού στους ανθρώπους.
Αυτό το μεθόδευε η Δύση, με το να ενισχύη κάθε προσπάθεια οποιουδήποτε λαού επεδίωκε να εξαθλιώση οικονομικά την Ελλάδα, γιατί με την οικονομική εξαθλίωση υποβαθμίζεται το επίπεδο του λαού, ξεπέφτει η Εθνική του Παιδεία και δημιουργούνται οι καταλληλες συνθήκες για να γίνη βορά στις διαθέσεις των οικονομικά ισχυρών.
Η Δύση, με τον διπλό της ύπουλο ρόλο —αρχικά του ηθικού αυτουργού της εξαθλιώσεως και εν συνεχεία του οικονομικού χορηγού της Ελλάδος— πάμπολλες φορές έγινε το αφεντικό της πατρίδος μας, αφού με το πρόσχημα και την εξουσία του χορηγού-ευεργέτη αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου να καθορίζη το περιεχόμενο της παιδείας του λαού μας, να αλλοιώνει τη γλώσσα, με την ενίσχυση της γλώσσας του χορηγού, με αποτέλεσμα, να κατεργάζεται σταδιακά τον αφελληνισμό και τον αποχριστιανισμό της μαρτυρικής μας πατρίδος.
Πρέπει κανείς να είναι πνευματικά τυφλός για να μην διακρίνη την αβυσσαλέα διαφορά του ήθους και του πατριωτισμού του Καποδίστρια από τους μετέπειτα πολιτικούς, οι οποίοι, παρά τα άπειρα ανοσιουργήματα των ξένων Δυνάμεων εις βάρος της Ελλάδος –και τις απροκάλυπτες δηλώσεις του Υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ., το έτος 1974, ότι πρέπει να πληγή ο απρόβλεπτος Ελληνικός λαός στη θρησκεία και στις παραδόσεις του, για να πάψη να αντιδρά στα Βαλκάνια και να δημιουργή προσκόμματα– δεν εννοούν να καταλάβουν τον διπλό ύπουλο ρόλο της Δύσεως ή έχουν ταυτίσει τις επιδιώξεις τους με τις επιδιώξεις των Δυτικών και έχουν απεμπολήσει οτιδήποτε αποτελεί την ιδιοπροσωπία του Έθνους μας.
Αποδεικτικό της οξυδερκείας του Καποδίστρια αλλά και της βαθυτάτης ευαισθησίας του, στο να μη χαθή το παραμικρό από τα ιερά και πολύτιμα του Γένους μας, είναι και το Υπόμνημά του προς το Λόρδο Κάστελρη, Υπουργό Εξωτερικών της Αγγλίας, που του έστειλε στο Συνέδριο του Παρισιού, το 1815. Παραθέτουμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα, που μας δίνουν την ευκαιρία να θαυμάσουμε την παρρησία του, την ακεραιότητα του και το χριστιανικό ήθος του:
«...Η Ενετική Πολιτεία εκυβέρνα τας Ιονίους Νήσους με το σύστημα της διαφθοράς. Οι αντιπρόσωποι εκλέγοντο εκ της κλάσεως των ευγενών αρχόντων, ήτις ήτο η ευκαταφρονεστέρα, αμαθεστέρα και η μάλλον διεφθαρμένη διʼ ανηθικότητα και ελεεινότητα. Η δύναμις ταύτης της Κυβερνήσεως υφίστατο εις την επίβουλον τέχνην του να υποθάλπη τας προλήψεις της ευγενείας και να βάλη αυτάς εις αντίταξιν προς τας αξιώσεις της δευτέρας κλάσεως και τα νόμημα δικαιώματα του λαού... Η πολιτεία της Ενετίας εφοβείτο το έξοχον της φυσικής μεγαλοφυΐας του Έλληνος και επροσπάθει να το καταβάλη με την αμάθειαν. Η Ενετική Γερουσία ουδέποτε συνεχώρησεν να συστηθώσι σχολεία δημόσια εις ταύτας τας νήσους. Μόνο εις την πρωτεύουσαν και το Πανεπιστήμιον Παταβίου οι ιθαγενείς των Επτανησίων έπρεπε να πορευθώσιν όπως εκπαιδευθούν»
Δυστυχώς, το έργο του Καποδίστρια δολοφονήθηκε το 1831, όταν Έλληνες πολιτικοί, ουσιαστικά πράκτορες των ξένων Δυνάμεων, πήραν εντολή από το εξωτερικό να δολοφονήσουν τον Κυβερνήτη, που σφράγισε την Νεοελληνική Πολιτεία με το «δια του Σταυρού Πολίτευμα». Αυτός και μόνο αυτός ήταν ο λόγος που δολοφονήθηκε ο Καποδίστριας! Κανένας άλλος! Από τότε οι ξένοι έλαβαν τα μέτρα τους και έβαλαν τα δυνατά τους, ώστε ποτέ μέχρι σήμερα, σʼ ένα τόσο βαθύτατα θρησκευόμενο λαό, σαν τον Ελληνικό, να μην κυβερνήση άνθρωπος που να εκφράζη τον λαό αυτό στα βαθύτερα πιστεύω του.
Το γεγονός αυτό το παρατρέχουμε. Μας αφήνει ασυγκίνητους. Δεν διερωτώμεθα, γιατί οι παραμικρές, αλλοπρόσαλλες και πολλές φορές επικίνδυνες πολιτικές ομάδες κάνουν αισθητή την παρουσία τους και δημιουργούν την εντύπωση πως εκφράζουν ένα μεγάλο πλήθος, ενώ οι βαθύτατα θρησκευόμενοι, οι αγωνιστές, με τα στίγματα των πολέμων και του ηρωϊσμού τους στα σώματα τους έχουν καταθέσει τα πνευματικά όπλα και περιμένουν... και περιμένουν... «ιδείν το τέλος» της Ελλάδος!
Η πνευματική κατάπτωση της Ελλάδος έχει επηρεάσει αρνητικά τον «σύμπαντα κόσμον» και ιδιαιτέρως τις Ορθόδοξες χώρες και τις Ορθόδοξες Εκκλησίες όλης της υφηλίου, οι οποίες και αυτές εκφυλίζονται πνευματικά. Γιʼ αυτό η ευθύνη μας, και ιδίως ημών των κληρικών, είναι μεγάλη. Πάψαμε να προβάλλουμε οποιαδήποτε αντίσταση, σαν να έχη πάθει καίρια βλάβη το πνευματικό ανοσοποιητικό μας σύστημα. Και την πάθησή μας αυτή, την ονομάζουμε Ορθόδοξη πνευματικότητα! Ωραία πνευματικότητα αλήθεια! Να την χαιρόμαστε! Αφού διαβάζουμε τα πολιτικά κείμενα του Καποδίστρια και δεν τα νοιώθουμε σαν πνευματικά κείμενα, είναι να ντρεπόμαστε.
Ένας πολιτικός Κυβερνήτης να ενδιαφέρεται σαν Επίσκοπος για την εν Χριστώ πνευματικότητα του λαού μας, σαν Ποιμένας του λαού μας, και εμείς, οι Ποιμένες του λαού, να αδιαφορούμε για την πνευματικά απάνθρωπη καθημερινή ζωή των ανθρώπων και να την επιδεινώνουμε μιλώντας και να κάνοντας συνεχώς κοσμικά πράγματα, που τα βαπτίζουμε πνευματικές ενασχολήσεις «με τα του Οίκου μας»(!). Θεωρούμε απολύτως συμβατά με τον σκοπό της Εκκλησίας το να ευλογούμε επίσημα και πανηγυρικά ομάδες ποδοσφαίρου και μπάσκετ και τραγουδίστριες της EUROVISION, ενώ το να ευλογήσουμε πιστούς ανθρώπους για να δημιουργήσουν μια νέα πολιτική πνευματική παρεμβολή, μέσα στο σημερινό πολιτικό χάος της πατρίδας μας, το θεωρούμε εσχάτη εκκοσμίκευση της Εκκλησίας! Ω της πνευματικής μας διακρίσεως το μέγεθος!
Αντί να συνεγείρουμε τους νέους, που ζούνε μέσα στην Εκκλησία την ενοριακή ζωή, παρωτρύνοντας τους να αναλάβουν τα ηνία της πολιτικής ζωής, δίνοντας και πάλι ζωή στα κείμενα και στην ιστορία των Πατέρων μας, εμείς τα θεωρούμε ανεδαφικά και χαμογελάμε ειρωνικά με τα κείμενα και τις επιδιώξεις του Καποδίστρια!

Αλλά και ο Καποδίστριας, για να θυμηθούμε τον Λορεντζάτο, «χαμογελάει με το χαμόγελό μας»!...
Περιοδικό "Ενοριακή Ευλογία", αρ. φύλλου 72-74, Ιούνιος - Αύγουστος 2008

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου